Κυριακή 2 Δεκεμβρίου 2012

MIA ΣΥΝΤΟΜΗ ΜΑΤΙΑ ΣΤΗΝ ΠΟΡΕΙΑ ΤΟΥ ΕΛΗΝΙΚΟΥ ΤΡΑΓΟΥΔΙΟΥ

 
Το να επιχειρήσει κάποιος μια ανασκόπηση στο ελληνικό τραγούδι όπως αυτό διαμορφώθηκε μέσα από τις διάφορες εκφάνσεις του τα τελευταία 80 χρόνια, ασφαλώς και θα χρειαστεί τόμους ολόκληρους. Η πορεία του τραγουδιού αναπόφευκτα συμβάδιζε και εναλλασσόταν με τα κοινωνικο-πολιτικά δρώμενα κάθε εποχής μέσα από μια αλληλεπίδραση γεγονότων, συνηθειών, τρόπου ζωής και το τραγούδι έγινε έτσι ο εκφραστής μιας γενικότερης κουλτούρας. Πηγαίνοντας πολύ πίσω στη δεκαετία του ’10 & του ’20, βλέπουμε έντονο το στοιχείο της βυζαντινής παράδοσης-όπως αυτό χαρακτήρισε το τραγούδι των ελλήνων της Ιωνίας, της Πόλης & της Σμύρνης, τραγούδι που αποτέλεσε τη μουσική μήτρα μέσα από την οποία γεννήθηκε το ρεμπέτικο αστικό τραγούδι το οποίο με τη σειρά του και αποτέλεσε τη βάση του λαϊκού μας τραγουδιού. Τα γεγονότα της εποχής (μικρασιατική εκστρατεία-μικρασιατική καταστροφή-ποντιακή γενοκτονία-προσφυγιά) αποτυπώθηκαν στα σμυρναίικα τραγούδια όπως και στα πρώιμα χρόνια του ρεμπέτικου (προσφυγικά-παράγκες/ Κοκκινιά-Πειραιάς). Υπήρξε από την άλλη και το λεγόμενο ελαφρύ τραγούδι, το οποίο αντλούσε επιρροές από ευρωπαϊκά μουσικά στοιχεία επηρεασμένο από το γενικότερο κύμα ρομαντισμού της Ευρώπης του ’30. Η δεκαετία του ’40, αποτύπωσε στο τραγούδι όλα τα ταραγμένα γεγονότα του ελληνο-ιταλικού πολέμου, της κατοχής και μετέπειτα του εμφυλίου πολέμου. Μέσα από τα τραγικά αυτά χρόνια που στιγμάτισαν τη νεότερη ιστορία μας, γεννήθηκε ένα τραγούδι που έγινε η φωνή του απλού ανθρώπου, του καταφρονεμένου, του ξενιτεμένου, του βασανισμένου. Ένα τραγούδι πραγματικά λαϊκό, που κουβάλησε μέσα του τις προσδοκίες και τα όνειρα ενός ολόκληρου λαού. Η δεκαετία του ‘50 παρουσίασε μια ποικιλομορφία μουσικών ιδιωμάτων με βάση από τη μια το ρεμπέτικο-το οποίο ως ιδίωμα κάπου εκεί έκλεινε και τον κύκλο του και από την άλλη το ελαφρύ “μπελκάντο” τραγούδι με την καντάδα, το mambo και τη latin που επηρέασε κατά πολύ το τραγουδιστικό σκηνικό της Ελλάδας μέχρι και τα μέσα περίπου του ’60. Επίσης έντονες υπήρξαν και οι επιρροές ινδό-αραβικής μουσικής στο λαϊκό τραγούδι των αρχών του ’60 με ποικίλα ως τις μέρες μας αποτελέσματα… Από τα μέσα της δεκαετίας του ’60 μέχρι και τις αρχές του ’80 το ελληνικό τραγούδι παρουσίασε πολλά και μεγάλα δείγματα τέχνης και λόγου. Οι συνθήκες της δικτατορίας κυοφόρησαν ένα νέο ύφος λαϊκού τραγουδιού το οποίο στα μεταπολιτευτικά χρόνια κατέκλυσε το μουσικό τοπίο. Το λεγόμενο “πολιτικό” τραγούδι έγινε το τραγούδι που εξέφρασε και μίλησε για όλα εκείνα που ο λαός είχε ανάγκη να φωνάξει. Με κύριους εκπρόσωπους το νέο κύμα, τα πρώτα ροκ σχήματα που εμφανίστηκαν στο χώρο όπως και τη σταθερή λαϊκή βάση του τραγουδιού. Ποιητές, συνθέτες και ερμηνευτές αποτέλεσαν ζωντανά κύτταρα και παρήγαγαν με μια λέξη πολιτισμό. Ο αποδέκτης και καθρέφτης του τραγουδιού δηλαδή ο κόσμος-ο ακροατής πέρα από την πλευρά της διασκέδασης που προσφέρει η μουσική αντιλήφθηκε την πραγματική δύναμη του τραγουδιού, το νόημα που υπέθαλπε ένας στίχος και οικειοποιήθηκε την ουσία που εμπεριέχει το αληθινό καλό ελληνικό τραγούδι. Από τα τέλη του ’80 όμως, μια φθίνουσα πορεία είχε ήδη ξεκινήσει. Στα χρόνια του ‘80 και του ’90 είχαμε τους εκπροσώπους της νέας σκηνής με πιο εναλλακτικές μουσικές φόρμες-την έντεχνη έκφανση σε μια εποχή που το λαϊκό τραγούδι είχε μεταλλαχθεί σε φθηνό-σκυλάδικο χάνοντας την πραγματική του προέλευση και ταυτότητα. Η δεκαετία του ’90 με ελάχιστες εξαιρέσεις δεν μπορούμε να πούμε πως παρουσίασε κάτι αξιόλογο. Μια άλλη νοοτροπία κατέλυσε το χώρο αυτό και αλλοιώθηκε ο προσδιορισμός και η έννοια λαϊκό τραγούδι. Οι αιτίες θα πρέπει να αναζητηθούν φυσικά στα διαφορετικά δεδομένα της σημερινής εποχής. Τα σημερινά “πρότυπα” του κόσμου, η έλλειψη κατανόησης του τρόπου ζωής μας όπως και η υπεραπλουστευση και εξομοίωση των πάντων αντανακλώνται και στο τραγούδι. Μέσα στην γενική σύγχυση των ημερών μας η μετριότητα έχει κατακλύσει όλους τους τομείς της ζωής μας. Μεθοδευμένα η μη, έχει περάσει στο υποσυνείδητο του έλληνα πως έτσι θα πάει από δω και μπρος… Η προχειρότητα λοιπόν και η ευτέλεια επόμενο ήταν να αποτυπωθούν και στο τραγούδι του σήμερα. Ένα τραγούδι που σαφώς και δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως λαϊκό, μιας και αποτελεί ένα συνονθύλευμα οριεντάλ, Ραπ, ποπ, ροκ. Μια εύκολη και γρήγορη-πρόσφορη για ευρεία κατανάλωση κακοτεχνία. Ένα προϊόν που διατίθεται πια και στα ράφια των σούπερ μαρκετ… Από την άλλη έχουμε φυσικά έναν αντίλογο απ’ την όχθη του έντεχνου τραγουδιού, το οποίο όμως πολύ συχνά πέφτει στην παγίδα μιας δυσνόητης και απροσδιόριστης στάσης και πρότασης. Καμία κουλτούρα δεν μπορεί να θεωρηθεί κουλτούρα όταν δεν έχει βαθύ κοινωνικό έρεισμα και αποδοχή. Όταν ο κόσμος δεν μπορεί να κατανοήσει και να βρει τον εαυτό του μέσα στο λεγόμενο δύσκολο τραγούδι, μοιραία στρέφεται χωρίς δεύτερη σκέψη στο ευτελές και το τραγούδι της πλάκας και του χαβαλέ… Αλήθεια, ποιος θυμάται σήμερα την “Καταχνιά” του Χρήστου Λεοντή, τον Ξυλούρη, τους δίσκους του Γιάννη Μαρκόπουλου, τα τραγούδια του Μάνου Λοίζου η του Σταύρου Ξαρχάκου?… Ποιος νέος γνωρίζει το έργο όλων αυτών των ανθρώπων? Τα τραγούδια του Κουγιουμτζή και του Μούτση? Το λόγο και την ακριβή ποίηση του Ρίτσου και του Γκάτσου, του Λειβαδίτη και του Ελύτη?.. Ποιος θυμάται σήμερα το Χαλκιά και τον Γαργανουράκη? Όλα έχουνε μπει στο χρονοντούλαπο πια? Δεν σηκώνουν οι εποχές μας τέτοια ακούσματα προσπαθούνε κάποιοι να μας πούνε. Είναι ρετρό φαίνεται πλέον. Δεν κάνει ο κόσμος να βρει το λόγο και τον ήχο του μέσα από πραγματικά τραγούδια. Όλα αυτά είναι ξεπερασμένα. Μόνο από τραγούδια fast-food-τραγούδια καταναλώσιμα εικονικής πραγματικότητας. Μια ακουστική ψευδαίσθηση δηλαδή. Τo “φθηνοτράγουδο” και τα “ντιριντάχτα” υπήρχανε από παλιά στο ελληνικό τραγούδι, αλλά αποτελούσανε σχετικά μειοψηφία στο σύνολο του. Εδώ και αρκετά χρόνια η εξαίρεση αυτή, έχει γίνει πια…κανόνας. Τα πάνω κάτω κυριολεκτικά. Σε βαθμό που ντρέπεται κανείς ν’ αναφερθεί στα αξιόλογα γιατί θα θεωρηθεί και γραφικός και… περίεργος στο τέλος. Το ελληνικό τραγούδι του σήμερα. Ίσως η ζωή εν τέλει, του σήμερα… Ευθυνόμαστε όλοι για αυτή την εικόνα όμως. Από την επίσημη πολιτεία μέχρι τον καθένα μας. Η μουσική βιομηχανία με τις πολυεθνικές της, ακόμη και οι μικρότερες εταιρίες δίσκων που απαξιώνουν νέους κι ελπιδοφόρους στιχουργούς και συνθέτες αποδυναμώνοντας έτσι και τους ερμηνευτές. Το άθλιο κατεστημένο των χώρων μουσικής διασκέδασης και των νυχτερινών κέντρων, ένας ψεύτικος life-style βρώμικος κόσμος φτιαγμένος από ανθρώπους τυχοδιώκτες και επιχειρηματίες-πλουτοκράτορες, ανθρώπους εντελώς έξω από το χώρο και τη νοοτροπία της μουσικής και της τέχνης. Από την άλλη και οι ίδιοι οι καλλιτέχνες οι οποίοι πέραν της δισκογραφίας-αν μπορούμε να πούμε πως υφίσταται πια δισκογραφία, διστάζουν ακόμη και στους χώρους ζωντανών εμφανίσεων τους να διαμορφώσουν ένα άξιο ρεπερτόριο. Οι μουσικοί, άνθρωποι με ταλέντο-δεξιοτέχνες, διατελούν όμηροι κι αυτοί της επικρατούσας κατάστασης, κι αναγκάζονται να αναλώνονται στα πιατάδικα και στις φθηνές πίστες για το βιοπορισμό τους… Καλό τραγούδι αποσπασματικά ίσως παράγεται αλλά δεν…αναπαράγεται λοιπόν. Ούτε από ραδιόφωνα ούτε από τηλεοράσεις. Το άλλοθι του τύπου “ο κόσμος αυτό ζητάει και ψάχνει ένα τραγούδι να ξεφύγει απ’ τα προβλήματα του” είναι μια επιφανειακή και επιπόλαιη άποψη. Μέσα στην μπερδεμένη και ασφυκτική εποχή και καθημερινότητα μας, η υποκουλτούρα και η σκουπιδοποιηση των πάντων, σαφώς και δεν αποτελούν τη διέξοδο που αποζητά ο κόσμος σήμερα. Αντί μιας υγιούς άμυνας, ο χαβαλές αυτός ουσιαστικά μόνο αδράνεια, υποταγή και ευτελισμό του σύγχρονου ανθρώπου υποδηλώνει. Ειδικά σήμερα η ανάγκη για καλό τραγούδι είναι πιο επιτακτική από ποτέ. Ο κόσμος στην πραγματικότητα ζητάει ένα τραγούδι χωρίς στολίδια και εντυπωσιασμούς. Ψάχνει την ουσία και το νόημα στο τραγούδι πέρα από τις εκάστοτε μόδες και τα ρεύματα της κάθε εποχής. Γιατί μπορούμε να ζήσουμε και να διασκεδάσουμε με τα καλά. Δεν είναι η Ελλάδα του κάποτε και η Ελλάδα του σήμερα. Το καλό ελληνικό τραγούδι είναι ο μουσικός κρίκος στην γενεαλογική μας αλυσίδα και πορεία. Είναι το τραγούδι στο στόμα του κάθε απλού ανθρώπου. Έχει βαθιές ρίζες που χάνονται στα βάθη των αιώνων. Έχουμε χρέος όλοι εμείς να διαφυλάξουμε και να μεταδώσουμε στις νέες γενιές αυτή την τεράστια κληρονομιά. Με γνώση, αγάπη, σεβασμό και μνήμη. Γιατί το άξιο τραγούδι το γεννάει η ανάγκη και το ταξιδεύει ο χρόνος… Και για να αλλάξει κάτι, έχουμε χρέος να αρχίσουμε να γινόμαστε καλύτεροι και σοφότεροι κάθε μέρα. Να ξαναμάθουμε να ζούμε με τα ωραία και απλά (ας είναι και λίγο πιο δύσκολα) και να ξεχάσουμε τα εύκολα και σε τελική…ανούσια. Να τολμάμε να λέμε και όχι εκεί που χρειάζεται, να ακούμε μεν αλλά να έχουμε κρίση και άποψη. Γιατί είναι άλλο να ζεις τη ζωή που σου “προσφέρουν” κι άλλο να ζεις τη ζωή που εσύ πραγματικά χρειάζεσαι.

Aρθρο ΜΑΝΟΣ ΚΟΜΠΟΣ
    Mουσικός-Τραγουδιστής
ΜΑΝΟΣ ΚΟΜΠΟΣ / MANOS KOMPOS
FB Manos Kompos

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.